Ο δεκαεξάχρονος Ελί
(Λάιζερ) Βιζέλ θα διαβεί μαζί με όλα τα μέλη της οικογένειάς του την πύλη της
κόλασης του Άουσβιτς τον Ιούνιο του 1944. Η οικογένεια θα χωριστεί αμέσως στην
πρώτη διαλογή. Η μητέρα μαζί με τις τρεις κόρες από τη μία μεριά, ο Ελί με τον πατέρα
του από την άλλη. Από την οικογένεια θα επιβιώσουν ο Ελί και δύο αδελφές του, η
Χίλντα και η Μπέα. Ολόκληρη η εβραϊκή κοινότητα του Σιγκέτ, μιας ουγγρικής
πόλης, θα μεταφερθεί στο Άουσβιτς.
Στο βιβλίο του
"Η Νύχτα" ο Ελί Βιζέλ αφηγείται την τρομερή εμπειρία του Άουσβιτς
στην αρχή και του Μπούχενβαλντ στο τέλος, λίγο πριν την επέλαση του Κόκκινου
Στρατού. Πρόκειται για ένα βιβλίο που μαζί με εκείνα του Πρίμο Λέβι και του Ζαν
Αμερί συνιστούν τον ¨κανόνα" της στρατοπεδικής γραμματείας από την πλευρά
των επιζώντων.
Τρία σημεία είναι
ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτα στο βιβλίο αυτό:
Το πρώτο. Στον
Πρόλογο του βιβλίου ο συγγραφέας δηλώνει την αδυναμία της γλώσσας να εκφράσει
ό,τι έζησε αυτός και άλλοι κρατούμενοι στο Άουσβιτς, την ανεπάρκεια της
γλώσσας/των λέξεων να δηλώσουν ό,τι γινόταν νύχτα και μέρα στα στρατόπεδα
συγκέντρωσης και εξόντωσης: οι λέξεις που υπήρχαν, αυτές που είχε στη διάθεσή
του για να γράφει και για να μιλάει ο ίδιος αλλά και η ανθρωπότητα συνολικά στο
πέρασμα των αιώνων, αποδεικνύονταν ανεπαρκείς για να αποτυπώσουν με ακρίβεια τα
γεγονότα και τις καταστάσεις. Συνεπώς η γλώσσα ήταν για τον συγγραφέα ένα
εμπόδιο. Άρα ή έπρεπε να εφευρεθεί μία νέα γλώσσα ή να ανασημασιοδοτηθεί η
υπάρχουσα...
Το δεύτερο. Το βιβλίο
παρακολουθεί την κοινή πορεία γιου και πατέρα στην κόλαση του Άουσβιτς. Ο Ελί
και ο πατέρας του, ο Σλόμο, θα αγωνιστούν να μείνουν μαζί. Και το κατορθώνουν, μέχρι τον θάνατο του πατέρα από τις κακουχίες, λίγο πριν την απελευθέρωση. Μέχρι τότε είναι μαζί: στον ίδιο θάλαμο, στα καταναγκαστικά έργα, στα συσσίτια, στους ξυλοδαρμούς, στα ατελείωτα προσκλητήρια, στις διαλογές... Κατόρθωσαν να μην χωριστούν
και να ζει ο ένας μαζί με τον άλλον και ο ένας χάρις τον άλλον. Αυτή η ιερή
σχέση ωστόσο, η σχέση πατέρα και γιου, μέσα στο Άουσβιτς αποκτά ένα βάθος
αδιανόητο. Όμως δεν ήταν για όλους αυτή η ιερότητα δεδομένη. Στο Άουσβιτς το
μόνο που μετράει είναι η επιβίωση. Αυτό σημαίνει ότι για κάποιους γιους η
παρουσία του πατέρα δίπλα τους απέβαινε εις βάρος της δικής τους επιβίωσης. Με
άλλα λόγια για κάποιους γιους (όχι το αντίθετο) ο θάνατος του πατέρα ήταν
προϋπόθεση της δικής τους σωτηρίας: ένας ξυλοδαρμός λιγότερος, ένα κομμάτι ψωμί
περισσότερο, μια υποχρέωση, ηθική ή άλλη, μείον...
Το τρίτο έχει να
κάνει με αυτό που πολλοί επιζώντες ονόμασαν "η σιωπή του Θεού". Ο
Ελί, όσο ζει στο Σιγκέτ, είναι ένας βαθιά θρησκευόμενος έφηβος: μελετά το «Ταλμούδ»,
έλκεται από τον ιουδαϊκό μυστικισμό και επιζητεί δάσκαλο να τον μυήσει στην Καμπαλά.
Στο Άουσβιτς, μέσα στην κόλαση που βιώνει, αναζητεί τον Θεό για τον οποίο
διάβαζε, τον Θεό στον οποίο προσευχόταν, τον Θεό που εμπιστευόταν, τον Θεό του
Ισραέλ: Πού είναι επιτέλους ο Θεός; Γιατί δεν παρεμβαίνει να σταματήσει το
κακό; Γιατί σιωπά; Γιατί δεν μας σώζει; Πώς δέχεται να θανατώνονται μωρά; Πώς
ανέχεται τη θανάτωση του λαού Του και μάλιστα με τέτοιους τρόπους; Μέσα στο
Άουσβιτς νιώθει οργή για τη "σιωπή του Θεού". Δεν τον αμφισβητεί
απλώς, εξεγείρεται εναντίον του, τον καταργεί -τον διαγράφει. Και κόβει κάθε
δεσμό με αυτόν τον Θεό, που τη στιγμή της δοκιμασίας τον εγκατέλειψε· και αυτόν
και όλα τα παιδιά Του στα πιο απάνθρωπα βασανιστήρια, στους πιο φρικώδεις
θανάτους. Σταματά να προσεύχεται, σταματά να νηστεύει, σταματά να πιστεύει. «Το
Άουσβιτς μου κατέστρεψε τον θεό μου, με ξέκοψε από τον θεό μου», γράφει και μας
θυμίζει αυτό το γκράφιτι σε κάποιον τοίχο του στρατοπέδου: Αν υπάρχει θεός
πρέπει να με παρακαλέσει πολύ για να τον συγχωρήσω...
Leopold Bloom, 19.2.2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου