Κυριακή 8 Ιουνίου 2025

Leonardo Padura, Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά (Καστανιώτης)

 Είχε φτάσει να σκεφτεί ότι η μοίρα όλων όσων αφοσιώνονται στις πολιτικές υποθέσεις είναι η μοναξιά. Αυτό είναι το τίμημα του αλτρουισμού, της εξουσίας και, πάνω απ’ όλα της ήττας…

 

 


Είναι βιβλία που όταν αρχίσεις να διαβάζεις τις πρώτες σελίδες τους, δεν μπορείς να τα αφήσεις απ’ τα χέρια σου, που θέλεις να τελειώνεις στα γρήγορα ό,τι κάνεις ή να το διακόπτεις για να τρέξεις να συνεχίσεις το διάβασμα. Κι αν ο αριθμός των σελίδων τους δεν ήταν απαγορευτικός, να τα τελειώνεις μέσα σε μία ή δύο, το πολύ, μέρες. Ένα τέτοιο βιβλίο είχα την τύχη να διαβάσω πριν λίγες μέρες,  το βιβλίο του κουβανού συγγραφέα Λεονάρδο Παδούρα, Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά, από τις εκδόσεις Καστανιώτης.

Στην Κούβα του '70 που μαστίζεται από την οικονομική κρίση και από  ελλείψεις βασικών αγαθών, ένας απογοητευμένος συγγραφέας, ο Ιβάν, που έχει προβλήματα με το καθεστώς και προσπαθεί να επιβιώσει όπως όπως, συναντιέται σε μια έρημη παραλία έξω από την Αβάνα με έναν μυστηριώδη άνθρωπο που ακολουθείται πάντα από δύο ρωσικά μπορζόι, τον «άνθρωπο που αγαπούσε τα σκυλιά». Αυτός ο τελευταίος, προαισθανόμενος το τέλος της ζωής του, νιώθει έντονη την ανάγκη να αφηγηθεί στον Ιβάν την ιστορία του Ραμόν Μερκαντέρ ντελ Ρίο και του Λιεφ Νταβίντοβιτς Τρότσκι. Πριν όμως αρχίσει την αφήγηση, δεσμεύει τον ακροατή του να μην τη μεταφέρει σε κανέναν άλλον ή να μην την γράψει. Ο Ραμόν Μερκαντέρ, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας της Βαρκελώνης, μυείται από τη μητέρα του στην κομμουνιστική ιδεολογία και γίνεται αποστάτης της τάξης του. Στρατεύεται με πάθος στα ιδανικά της επανάστασης και πολεμά στις γραμμές των κομμουνιστών στον Ισπανικό Εμφύλιο. Κάποια στιγμή στρατολογείται από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες, εκπαιδεύεται σκληρά και προετοιμάζεται για μια αποστολή που, σύμφωνα με στελέχη του Κόμματος, θα καθορίσει το μέλλον της μεγάλης σοσιαλιστικής επανάστασης. Ο Λιεφ Τρότσκι, ήταν ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Λένιν, δεινός ρήτορας, από τους ιδεολογικούς καθοδηγητές της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο δημιουργός του Κόκκινου Στρατού και Κομισάριος του Πολέμου, ηγετικό στέλεχος των μπολσεβίκων στο οποίο οφείλεται η επικράτηση της επανάστασης. Ήρθε, όμως, σε ανοιχτή ρήξη με τον Στάλιν για ιδεολογικά (και όχι μόνο) ζητήματα και έκτοτε ζούσε κάτω από τη μόνιμη απειλή της εκδικητικότητας του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης. Ζει τη ζωή του (κατα)διωκόμενου, του πολιτικού φυγάδα, του απάτριδος. Από την παγωμένη Άλμα Άτα, περνά στην Τουρκία, έπειτα στη Νορβηγία και από χώρα σε χώρα, πάντα απειλούμενος, καταλήγει στο Μεξικό, στο σπίτι του ζωγράφου Ντιέγο Ριβέρα και της Φρίντα Κάλο. Ποτέ όμως, παρά το ανηλεές κυνήγι, δεν παραιτήθηκε από την ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο και από  τα ιδανικά της επανάστασης. Οι διαδρομές αυτών των δύο ανθρώπων θα συναντηθούν στο Μεξικό.

 

Leonardo Padura, 1955


Ποιος είναι όμως, πραγματικά, ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά; Πώς μπορεί να αφηγηθεί μια ιστορία με τόση ακρίβεια και με τόσες λεπτομέρειες αν δεν ήταν (και) ο ίδιος παρών; Τα σκυλιά, πάλι, τα αγαπούσαν όλοι, και ο μυστηριώδης άνθρωπος που αφηγείται και ο Τρότσκι και ο Μερκαντέρ και ο Στάλιν.

Με αυτό το βιβλίο ο Λεονάρδο Παδούρα μας μεταφέρει στην ταραγμένη δεκαετία του ΄30, τη δεκαετία που διακυβεύονταν πολλά για την ανθρωπότητα: σοσιαλιστική κοινωνία ή φασισμός; Στην Ισπανία μαίνεται ο εμφύλιος πόλεμος, στην άλλη Ευρώπη οι δημοκρατικές δυνάμεις προσπαθούν να προβάλλουν αναχώματα στον φασισμό και στη Μόσχα διεξάγονται οι διαβόητες δίκες στις οποίες οδηγούνται εκατοντάδες στελέχη των μπολσεβίκων με βαρύτατες κατηγορίες για οτιδήποτε, κυρίως κατασκευασμένες, και θανατώνονται κατά εκατοντάδες. Παράλληλα στρέφεται και στον εσωτερικό κόσμο των βασικών προσώπων όπως ο Τρότσκι, που πιστεύοντας ότι η υπόθεση του σοσιαλισμού δεν έχει τελεσίδικα χαθεί, προσπαθεί να διασώσει την επανάσταση από τη σταλινική στρέβλωση,  ή όπως ο Ραμόν Μερκαντέρ που, εμφορούμενος από την πίστη του στον «ορθόδοξο» κομμουνισμό/σταλινισμό, είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα, ό,τι του ζητηθεί για την επικράτηση του.

 

Leon Trotsky, 1879-1940


Γύρω απ’ αυτά τα πρόσωπα, τραγικά και τα δύο, ο συγγραφέας τοποθετεί άλλα, εξίσου σημαντικά, την πιστή σύντροφο του Τρότσκι, τη Νατάλια Σεντόβα και τους γιους τους, την Καριδάδ, μητέρα του Ραμόν, μια γυναίκα που η στράτευσή της στο κομμουνιστικό κόμμα υπαγορεύεται από το άσβεστο μίσος για την αστική τάξη, πράκτορες που αλλάζουν ονόματα και ταυτότητες, πιστοί σύντροφοι του εξόριστου επαναστάτη, σύντροφοι που άλλαξαν στρατόπεδο και συνθηκολόγησαν, ποιητές, ζωγράφοι, διανοούμενοι, πολιτικοί, Κουβανοί πολίτες που υποφέρουν από την οικονομική κρίση του ’70 και του ’80 ή διώκονται για τις σεξουαλικές τους επιλογές. Και βέβαια ο Στάλιν, ο «Νεκροθάφτης» της επανάστασης, όπως τον αποκαλεί ο Τρότσκι στα γραπτά του, ο Μπουχάριν, ο Κάμενεφ, ο Ζηνόβιεφ, ο Μπέρια, ακόμα κι ο Μαγιακόφσκι, ο Ντιέγο Ριβέρα, η Φρίντα και η Κριστίν Κάλο.

«Ο άνθρωπος όμως, όσο είναι άτομο, δεν είναι ιερός και, ως εκ τούτου, δεν είναι αναντικατάστατος. Αυτό μας επιτρέπει να είμαστε ανηλεείς, να απαλλαγούμε από τη συμπόνια που δημιουργεί κάθε είδους ευσέβεια: η αμαρτία δεν υπάρχει… Το όνειρο έχει σημασία, όχι ο άνθρωπος και ακόμα λιγότερο το όνομα. Κανένας δεν είναι σημαντικός και όλοι είμαστε αναλώσιμοι. Και αν εσύ φτάσεις τελικά να αγγίξεις την επαναστατική δόξα, αυτό θα γίνει χωρίς να έχεις κάποιο πραγματικό όνομα. Ίσως να μην το έχεις ποτέ ξανά. Θα είσαι όμως ένα υπέροχο κομμάτι του πιο μεγάλου ονείρου που είχε ποτέ η ανθρωπότητα.»

 

Ο Λέων Τρότσκι με τη σύζυγό του, Νατάλια και το ζεύγος Ροσμέρ
στο σπίτι του στο Μεξικό


Διαβάζοντας το μυθιστόρημα, έχει κανείς την αίσθηση ότι και ο Τρότσκι και ο Μερκαντέρ είναι τραγικά πρόσωπα. Κι αυτό γιατί αμφότεροι είναι ταγμένοι σε έναν σκοπό υψηλό και ευγενή μέσα από τον δρόμο της επανάστασης. Αυτός δεν ήταν άλλος από την οικοδόμηση μιας άλλης, διαφορετικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, χωρίς ανισότητες και καταπίεση, τελικά στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας της εργατικής τάξης. Στον αγώνα αυτόν αφιέρωσαν τη ζωή τους και αγωνίστηκαν με όλες τους τις δυνάμεις, με αυταπάρνηση και με ανιδιοτέλεια.

Ο πρώτος, που κι αυτός την πρώτη περίοδο της επανάστασης ως κομισάριος στρατιωτικών είχε επιδείξει μεγάλη σκληρότητα, ακολούθησε τον μοναχικό αλλά ανυποχώρητο δρόμο του επαναστάτη και αγωνίστηκε με όλες τους τις δυνάμεις απέναντι στο παντοδύναμο σύστημα ενός ολοκληρωτικού κράτους, πιστεύοντας ανυποχώρητα στον σοσιαλισμό. Τόλμησε να αντιταχτεί στον Στάλιν και να τον καταγγέλλει απ’ όπου κι αν βρισκόταν και με όποιο μέσον διέθετε, ξέροντας πως κάποια στιγμή θα πέσει θύμα της εκδικητικότητάς του. Ο άλλος, φλογερός κομμουνιστής, απόλυτα δοσμένος στην επικράτηση της κομμουνιστικής επανάστασης, ξεκίνησε ως στρατιώτης στα χαρακώματα του ισπανικού εμφυλίου και κατέληξε ένας ψυχρός εκτελεστής, μια μηχανή θανάτου, πιστεύοντας ότι παρέχει υπηρεσίες στην υπόθεση του σοσιαλισμού, ότι είναι μέρος του πιο μεγάλου ονείρου που θα μπορούσε να έχει η ανθρωπότητα. Δρα με αφοσίωση και ανιδιοτέλεια, όμοια με του Τρότσκι αλλά χωρίς να μπορεί να διακρίνει ότι συμβάλλει στην επικράτηση ενός αυταρχικού, τυραννικού συστήματος, που απέχει πολύ από τα αρχικά του οράματα· «άτη», θα το έλεγαν αυτό οι αρχαίοι Έλληνες.

«Αποπροσανατολισμένος, χωρίς προοπτικές, μπορούσε να περνάει ώρες στο κρεβάτι, καπνίζοντας, κοιτάζοντας το ταβάνι, επαναλαμβάνοντας στον εαυτό του τις ίδιες σπαρακτικές ερωτήσεις: όταν τελειώσουν όλα, τι θα γίνει; Όλη αυτή η θυσία και η αυταπάρνηση, γιατί; Άραγε η δόξα, που πίστευε ότι την ακουμπούσε με την άκρη των δαχτύλων του, σε ποιον οχετό είχε γλιστρήσει; Ο Ραμόν είχε δώσει την ψυχή του σ’ αυτήν την αποστολή επειδή ήθελε να είναι ο πρωταγωνιστής και δεν τον ένοιαζε να σκοτώσει, ή ακόμα και να τον σκοτώσουν, αν πετύχαινε τον στόχο του. Ένιωθε πως ήταν έτοιμος να μείνει όλη του τη ζωή στο σκοτάδι, χωρίς όνομα και χωρίς δική του ύπαρξη αλλά με την κομμουνιστική περηφάνια ότι θα είχε κάνει κάτι σπουδαίο για τους υπόλοιπους. Ήθελε να είναι ο εκλεκτός της μαρξιστικής πρόνοιας …»  

 

O Ramon Mercanter στις φυλακές του Μεξικού 


Και υπ’ αυτήν την έννοια, καθώς προχωρούμε στην ανάγνωση, δεν αισθανόμαστε έτοιμοι να καταδικάσουμε, τουλάχιστον αμέσως και εύκολα, τον εκτελεστή Ραμόν Μερκαντέρ. Προσπαθούμε μάλλον να κατανοήσουμε τις αποφάσεις του και τις επιλογές του, εντάσσοντας τις στα πολιτικά και ιδεολογικά συμφραζόμενα του καιρού του. Από την άλλη, προσπαθούμε να κατανοήσουμε και τον Τρότσκι, ο οποίος δεν αγιογραφείται αλλά παρουσιάζεται με τους φόβους του, τα πάθη του, τις ανθρώπινες πλευρές του (οι σελίδες που αναφέρονται στη συντρόφισσα της ζωής του, τη Νατάλια Σεντόβα, όπως και εκείνες για τον έρωτά του για την Φρίντα Κάλο είναι εξαίρετες) και, ασφαλώς δεν μπορούμε να μην θαυμάσουμε την αντοχή του, το θάρρος του, την ιδεολογική του συνέπεια και την αφοσίωσή στη διάσωση του σοσιαλιστικού ονείρου όταν όλα είναι εναντίον του.

Leon Trotsky, Diego Rivera, Andre Breton


«Είναι φοβερό να διαπιστώνεις ότι ένα σύστημα γεννημένο για να διασώσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια έχει καταφύγει στην επιβράβευση, την εξύμνηση, την παρότρυνση της κατάδοσης και ότι στηρίζεται σε όσα είναι ανθρωπίνως ποταπά. Η ναυτία μου ανεβαίνει στον λαιμό όταν ακούω τους ανθρώπους να λένε: εκτέλεσαν τον Μ., εκτέλεσαν τον Π., εκτέλεσαν, εκτέλεσαν, εκτέλεσαν. Οι λέξεις, όταν τις ακούς τόσο πολύ χάνουν το νόημά τους. Οι άνθρωποι τις εκστομίζουν με μεγαλύτερη ηρεμία, σαν να λένε: πάμε θέατρο… Αισθάνομαι πως έχουμε φτάσει στο τέλος της δικαιοσύνης πάνω στη Γη, στο όριο της ανθρώπινης αναξιοπρέπειας. Πως έχουν αφανιστεί πολλοί άνθρωποι στο όνομα εκείνου που θα ήταν, μας υποσχέθηκαν, μια κοινωνία καλύτερη.»

 

Ο Τρότσκι με τη σύζυγό του, Νατάλια Σεντόβα
κατά την άφιξή του στο Μεξικό


Ο Ιβάν, τέλος, είναι ο βασικός εκπρόσωπος της σύγχρονης Κούβας, που φαίνεται κι αυτή, κάτω από την επιρροή της Μόσχας, να λοξοδρομεί αισθητά από το πραγματικό νόημα της Επανάστασης. Μέσα από τα λόγια του ασκείται κριτική στο καθεστώς, ιδίως σε ο,τι αφορά ζητήματα ελευθεριών και ατομικών επιλογών, συμπεριλαμβανομένων της σεξουαλικής ή της θρησκευτικής επιλογής και της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Υπό αυτό το πρίσμα έχουμε ένα ιστορικό ντοκουμέντο με ψήγματα αυτοβιογραφίας.

Το μυθιστόρημα είναι άψογα γραμμένο. Παρά τις επτακόσιες σελίδες του κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των αναγνωστών. Μπορεί να διαβαστεί ως αστυνομικό και κατασκοπευτικό μυθιστόρημα (έχεις την αίσθηση κάπου ότι διαβάζεις Γκράχαμ Γκριν, Τζον Λε Καρέ, Ίαν Φλέμινγκ ή Ρέιμοντ Τσάντλερ -παρεμπιπτόντως ο τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από ομώνυμο διήγημα του τελευταίου), μυθιστορηματική βιογραφία, αυτοβιογραφικό κείμενο, ιστορικό αφήγημα. Ο συγγραφέας με ιδανικό τρόπο μας μεταφέρει από τόπο σε τόπο, από χρονικό επίπεδο σε χρονικό επίπεδο, από πρόσωπο σε πρόσωπο. Με αναδρομικές αφηγήσεις, ζωντανούς διαλόγους, εσωτερικούς μονολόγους, εξαίρετη εικονοπλασία.

 

Ο Ραμόν Μερκαντέρ, όταν παρασημοφορήθηκε από το σοβιετικό κράτος


Το κυριότερο όμως είναι να μας κάνει να στοχαστούμε πάνω στη μεγάλη ουτοπία του 20ου αιώνα, πάνω στο μεγάλο πείραμα που ξεκίνησε τον Οκτώβρη του 1917 για μια δικαιότερη κοινωνία και που ξεστράτισε, παίρνοντας έναν δρόμο λανθασμένο, πολύ διαφορετικό από τις ιδρυτικές ιδεολογικές του διακηρύξεις. Επίσης, μας κάνει να σκεφτούμε τους αγώνες ανθρώπων που πίστεψαν βαθιά σ’ αυτό το πείραμα και έδωσαν τις ζωές τους με ανιδιοτέλεια για την εκπλήρωσή του· του Τρότσκι, του Ραμόν Μερκαντέρ, του Ιβάν, της Νατάλια Σεντόβα, του Λιόβα, του Σεριοζα, του Λουίς, του Πάμπλο, της Σίλβια Αγγέλωφ. Σ’ αυτά τα πρόσωπα εικονίζονται οι ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων, οι ελπίδες μιας ολόκληρης τάξης, της εργατικής, που προδόθηκαν και συντρίφτηκαν από ασυγχώρητα λάθη, από σκοπιμότητες, από την ιδιοτέλεια και από τις φιλοδοξίες προσώπων που είχαν στα χέρια τους τις τύχες της.

 

 

 

df

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Hiromi Kawakami, Ο Σένσει και ο χαρτοφύλακας (Άγρα)

Ελπίζω να μου ζητήσετε να ξαναβγούμε.   Εκείνη, η Τσούκικο πλησιάζει τα σαράντα, εργάζεται σε γραφείο και ζει μόνη της. Ένα βράδυ στο μπαρ...