Ποδόσφαιρο παιζόταν πάντα και παντού. Ακόμα και στα
στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης, που οι ναζί είχαν διασπείρει σε όλη τη
Γερμανία και σε ολόκληρη την κατεχόμενη Ευρώπη. Εκεί όπου εκατομμύρια άνθρωποι,
διαφόρων εθνικοτήτων και όλων των ηλικιών βασανίστηκαν και θανατώθηκαν με τους
φρικωδέστερους τρόπους. Εκεί όπου καταρρακώθηκε κάθε έννοια ανθρωπιάς,
ανθρωπισμού και ηθικής. Το ποδόσφαιρο παιζόταν ακόμα και σε τέτοιους τόπους.
Ως τρόπος αντίστασης απέναντι στους θύτες. Ως τρόπος
επιβίωσης στην τρέλα. Ως μέσο διεκδίκησης και ανάκτησης της ιδιότητας του
ανθρώπου. Αλλά και ως μέσο προπαγάνδας σε μια προσπάθεια να εξωραϊσμού της
απανθρωπιάς και της κτηνωδίας.
«Το άθλημα των λαών, που πρωτοπαίχτηκε στους δρόμους, με πεζοδρόμια για γήπεδα και στύλους ηλεκτροδότησης για γκολπόστ, εμφανίστηκε τώρα στα πιο απίθανα μέρη: σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε κέντρα διακομιδής αιχμαλώτων, στις πιο σκοτεινές γωνιές της κατεχόμενης Ευρώπης, στα γκέτο και στις φάμπρικες του θανάτου. Σε αυτές τις τοποθεσίες της απερίγραπτης απελπισίας, το ποδόσφαιρο συμβόλιζε την ελπίδα, την επιβίωση, την έμπνευση...».
Τις Κυριακές, ημέρα ξεκούρασης για τα δύστυχα θύματα του ναζισμού, στήνονταν
ποδοσφαιρικοί αγώνες στους ελεύθερους χώρους των προσκλητηρίων. Εκεί όπου
χιλιάδες κρατούμενοι επί ώρες όρθιοι υφίσταντο τις ταπεινώσεις των πολύωρων
καταμετρήσεων. Με δύο κάθετα δοκάρια και με γραμμές χαραγμένες με κιμωλία ή με
ασβεστόλιθο. Στον οριοθετημένο χώρο, στο «γήπεδο» γίνονταν αγώνες μεταξύ των
κρατουμένων. Αγώνες ειδικοτήτων: χτίστες εναντίον λοτόμων, ράφτες εναντίον
μαγείρων κ.ο.κ. Αλλά και αγώνες μεταξύ «εθνικών» ομάδων κρατουμένων σε μία
λογική καθοδηγούμενου αλληλοεξόντωσης: Πολωνοί εναντίον Ούγγρων. Ιταλοί
εναντίον Πολωνών, Άγγλοι αιχμάλωτοι εναντίον Ρώσων, Ούγγροι εναντίον Τσέχων. Μέχρι
και πρωταθλήματα διοργανώνονταν. Και εσωτερικά, μεταξύ των κρατουμένων και
εξωτερικά, μεταξύ στρατοπέδων.
Γίνονταν όμως και αγώνες μεταξύ ΕςΕς και κρατουμένων
όπως και μεταξύ κρατουμένων και Kapos. Επτά ή οκτώ εξαντλημένοι και
αποστεωμένοι κρατούμενοι, ντυμένοι με κουρέλια, αντιμετώπιζαν, συνήθως με
μεροληπτική διαιτησία, ισάριθμους καλοταϊσμένους, ξεκούραστους και ποδοσφαιρικά
εξοπλισμένους ΕςΕς (οι οποίοι ΕςΕς φορούσαν τη γνωστή ασπρόμαυρη ή πρασινόλευκη
εμφάνιση της nationalmannschaft, ως απόδειξη φυλετικής υπεροχής) ή ισάριθμους
συνεργάτες, τους ανάλγητους kapos. Κι όμως, συχνά οι ΕςΕς έχαναν τη μπάλα,
διότι οι αντίπαλοί τους ήσαν μπαλαδόροι, τεχνίτες και βιρτουόζοι, που ως
ποδοσφαιριστές στην ελεύθερη ζωή τους, δεν είχαν ξεχάσει την τέχνη τους και
έπαιζαν αέρινα σαν να ήθελαν να περάσουν τα σύρματα και να αποδράσουν. Την
ίδια στιγμή, βέβαια, έβλεπαν (και ένιωθαν πάνω τους) τις στάχτες από τα
κρεματόρια, που δούλευαν λίγο πιο πέρα χωρίς ημίχρονα...
Όποιος ήξερε μπάλα είχε περισσότερες πιθανότητες
επιβίωσης. Ίσως λίγο φαγητό παραπάνω. Ίσως κανένα τσιγάρο. Ίσως μία μέρα ζωής
ακόμα. Ίσως κάποια άλλα σωτήρια μικροπρονόμια. Κάποιοι χρωστούν τη ζωή τους σε
μια επιδέξια τρίπλα ή σε μια σωτήρια επέμβαση.
Τους αγώνες οργάνωναν και παρακολουθούσαν ΕςΕς, που
ήθελαν να σπάσουν την ανία της υπηρεσίας τους ή να εφαρμόσουν σαδιστικές
τιμωρίες, και κρατούμενοι, που επευφημούσαν και παρότρυναν τους συγκρατουμένους
τους για νίκη. Βέβαια, οι δήμιοι δεν ήξεραν να χάνουν. Αν οι κρατούμενοι
νικούσαν, εκτελούνταν ή τιμωρούνταν απάνθρωπα. Η άρια φυλή, βλέπετε, έχανε ένα
ματς από «υπανθρώπους».
Η εξαιρετική μελέτη «Το ποδόσφαιρο των
μελλοθανάτων/Soccer under the swastka», του Kevin E. Simpson, σε μετάφραση του
Νίκου Παπαδογιάννη, εκδ. mvpuplications, διερευνά διεξοδικά μία πτυχή ελάχιστα
αναλυμένη και συνεισφέρει σημαντικά στοιχεία στη γραμματεία των ναζιστικών
στρατοπέδων. Μαθαίνουμε πλήθος στοιχείων όπως για παράδειγμα την ιδιάζουσα
περίπτωση της Ολλανδίας, του Άγιαξ και του στρατοπέδου Βέστετμποργκ, τον «Αγώνα
του Θανάτου» μεταξύ της ουκρανικής Σταρτ (κι όχι της Ντυνάμο, όπως εσφαλμένα
πιστεύαμε με τους επίλεκτους Γερμανούς και την εκτέλεση ποδοσφαιριστών της στο
Μπάμπι Γιαρ), την ιδεολογική χρήση του αθλητισμού και του ποδοσφαίρου, ιδίως,
από τον ναζισμό και τον φασισμό.
Πολύ καλό βιβλίο.