Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2025

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Τα ρόδιν' ακρογιάλια, (άπαντα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, κριτική έκδοση Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Δόμος)

 



Ένας νέος, βαριά χτυπημένος από τον έρωτα, ένα πρωινό του Οκτώβρη, αχάραγα ακόμα και αφού επί ώρα είχε σταθεί κάτω από το παράθυρο της κοπέλας που αγαπά προσπαθώντας ανεπιτυχώς να της αποσπάσει ένα βλέμμα, αποφασίζει να ανοιχτεί στη θάλασσα, χωρίς και ο ίδιος να ξέρει για πού. Με μια βάρκα δανεική, αφήνεται στο πέλαγος για να κάμει μια «θαλάσσια εκδρομή» όπως λέει, ίσως όμως και για να βάλει τέλος στη ζωή του μεσοπέλαγα. Η βάρκα αρχίζει να μπάζει νερά και όταν ο νέος βλέπει τη δύσκολη κατάσταση, αποφασίζει να βουτήξει και να αφεθεί στις διαθέσεις της θάλασσας. Στην επιφάνεια της θάλασσας αποκοιμιέται καθώς κολυμπά και όταν ξυπνά βρίσκεται στην ακτή, συνεφερμένος από τις φροντίδες κάποιου ερημίτη συγγενή του, του Σταμάτη του Αταίριαστου (!) που τον είδε και τον περιμάζεψε. Ένας ναυαγός της στεριάς σώζει έναν ναυαγό της θάλασσας.

 … Τὸ νερὸν ὑψώνεται ὁλονέν. Μέσον δὲν εἶχα νὰ τὸ ἐκκενώσω, καὶ μόνον μὲ τὶς χοῦφτες, ἂν ἠμποροῦσα. Εἰς τὴν προσπάθειάν μου ὅπως πλατύνω τὸ στόμιον τοῦ φλασκίου, τὸ ὁποῖον μοῦ εἶχε δώσει ὁ ἀφελὴς Κώστας ―τὸ νερὸν ποὺ εἶχε μέσα εἶχε βράσει ἤδη εἰς τὴν φλόγα τοῦ ἡλίου καὶ ἦτο ἄχρηστον πρὸς πόσιν― τὸ φλασκὶ ἐρραγίσθη κ᾿ ἐτρύπησε, κ᾿ ἔγινε σχεδὸν καὶ δι᾿ ἄντλησιν ἀνωφελές. Ἀπέχω ἴσον διάστημα ἀπὸ ἕκαστον τῶν τριῶν νησίων, τὰ ὁποῖα φράττουν τὸ στόμιον τοῦ λιμένος, καὶ ἀπὸ τὸν κάβον τὸν δυτικομεσημβρινόν. Ἂς γίνῃ ὅ,τι γίνῃ. Πιθανὸν νὰ βουλιάξῃ ἡ βάρκα, κ᾿ ἐγὼ μαζί. Ἐὰν δὲν ἠμπορέσω νὰ σωθῶ κολυμβῶν, θ᾿ αὐτοκτονήσω ἀκουσίως. Καὶ θὰ εἶναι εὐκταία ἀπαλλαγή, χωρὶς εὐθύνην καὶ χωρὶς κόλασιν. Ἂς ταχύνω τὴν κωπηλασίαν, διὰ νὰ μὴ μοῦ μείνῃ ἀμφιβολία περὶ τοῦ ἀκουσίου τῆς αὐτοκτονίας. Ἂς καθίσω στὰ κάργα, ὅπως λέγουν οἱ ναυτικοί. Λυποῦμαι τὴν ζωὴν ἆρά γε;…

Στην παρέα τους έρχονται να προστεθούν και δύο άλλοι περίεργοι τύποι, ο Διαμαντής ο Αγάλλος και ο Στάθης, ο Πατσοστάθης. Ο πρώτος, άφησε το νησί και την αρραβωνιαστικιά του και τράβηξε στα ξένα όπου έγινε βαρκάρης στη Γαλλία. Μετά από χρόνια επέστρεψε αλλά η κοπέλα που τον περίμενε είχε στο μεταξύ πεθάνει. Ωστόσο, σε μια εξόρμησή του κυνήγι, ο Αγάλλος νομίζει πως τη βλέπει μπροστά του και την ακούει να του μιλά με παράπονο που τη λησμόνησε. Ο άλλος, βοσκός, χρόνια μνηστευμένος, αναβάλλει συνεχώς τον γάμο επειδή πιστεύει πως του έχουν κάνει μάγια. Όμως τελικά τον γάμο δεν τον αποφεύγει.

Τα ρόδιν' ακρογιάλια, 1908, σελ. 2 και 3, (Εταιρεια παπαδιαμαντικών σπουδών),
από την κριτική έκδοση του Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου


Τη νουβέλα (ή μήπως μυθιστόρημα; -ο Παπαδιαμάντης το λέει «κοινωνικό μυθιστόρημα»-) «Τα ρόδινα ακρογιάλια» ο Παπαδιαμάντης την έγραψε το 1908. Σε αυτήν συνοψίζεται όλος ο κόσμος του· ένας κόσμος πολύχρωμος: ναυτικοί, απόμαχοι και ενεργοί, ψαράδες και φελούκες, παπάδες και ξωκλήσια, νοικοκυραίοι και αρχοντόσπιτα, μπακάλικα και παραγιοί, κοσμοπολίτες και ξενιτειά, δήμαρχοι, προικιά, γραίες και νιες, ανύπαντρες που μένουν πιστές στις υποσχέσεις τους, ξενιτεμένοι που ξεχνάνε, αλλοπαρμένοι, αλαφροϊσκιωτοι, αναχωρητές, απογοητευμένοι και ναυάγια της ζωής... προλήψεις, κομματισμός, πολιτικές αντιδικίες, οπτασίες, μάγια... Ο Παπαδιαμάντης όλα τα πρόσωπα τα βλέπει με τη γνωστή του κατανοητική διάθεση, τη γνωστή του επιείκεια, την αγαθή του καλοσύνη.


αφίσα της ταινίας του Ευθύμη Χατζή, 1998

Τα πάθη της αγάπης, λοιπόν κι εδώ- οι καημοί του έρωτα και του ανεκπλήρωτου. Ο Παπαδιαμαντης, τρυφερός, λυρικός, στα καλύτερά του· ηθογραφία στα καλύτερά της. Η συγκεκριμένη νουβέλα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο έξοχα το 1998 (πρεμιέρα το 1999) από τον σκηνοθέτη Ευθύμη Χατζή σε σενάριο του ιδίου και του Δημήτρη Νόλα.

Σταθερά από τα αναγνώσματά μου κάθε καλοκαίρι, μαζί με τον Ρεμβασμό του δεκαπενταύγουστου.

 df

Victor Hugo, Οι Άθλιοι (Les Miserables), Gutemberg, 2 τόμοι

 



Οι Άθλιοι (Les Miserables) είναι η επιτομή του δεκάτου ενάτου αιώνα, αισθητικά, καλλιτεχνικά, πολιτικά, ιδεολογικά -είναι το πανόραμα, ο άτλας του αιώνα αυτού. Εξελίσσεται την περίοδο της Παλινόρθωσης, την περίοδο, δηλαδή, που διαδέχτηκε την ήττα του Βοναπάρτη στο Βατερλό, το 1815. Τότε οι μοναρχίες επανέρχονται και οι εκθρονισμένοι έκπτωτοι μέχρι πρότινος βασιλείς αποκαθίστανται στους θρόνους τους. Έστω και κάπως πιο περιορισμένα, οι δυναστείες αυτές ασκούν την εξουσία τους  με σκληρότητα και αυταρχισμό. Ταυτόχρονα είμαστε και στην περίοδο της Βιομηχανικής επανάστασης. Τότε, δηλαδή, που ο καπιταλισμός χρειάζεται φτηνό εργατικό δυναμικό για να δουλεύει τις μηχανές και να παράγει πλούτο. Στο μυθιστόρημα αυτό ο Ουγκό καταγγέλλει τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, τη στυγνή εκμετάλλευση, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την αμάθεια, την εγκατάλειψη μεγάλων στρωμάτων του γαλλικού πληθυσμού, τη βία του συστήματος που αλέθει τις δυστυχισμένες υπάρξεις, την κακοποίηση των παιδιών και των γυναικών στον απόηχο της μεγάλης Επανάστασης του 1789 και του 1793. Κυρίως, όμως, καταγγέλλει τη βαναυσότητα του ποινικού συστήματος, ενός συστήματος που στρέφεται εκδικητικά εναντίον των κάθε λογής φτωχοδιάβολων, ανθρώπων που οδηγούνται στη μικροπαραβατικότητα για να επιβιώσουν στις άθλιες συνοικίες όπου ζουν· στο ποινικό σύστημα που εκδικείται φτωχούς ανθρώπους που κλέβουν ένα κομμάτι ψωμί για να ζήσουν και τους στέλνει στα κάτεργα για να πεθάνουν εκεί από τις κακουχίες μέσα στην εξαθλίωση και την τρέλα.

 

Victor Hugo, 1802-1882


Όσο εξαιτίας των νόμων και των ηθών θα υπάρχει μια κοινωνική καταδίκη που μέσα στον πολιτισμό θα δημιουργεί τεχνητά την κόλαση και θα μπερδεύει την ανθρώπινη μοίρα με το πεπρωμένο· όσο ο ξεπεσμός του άνδρα στην προλεταριοποίηση, η εξαχρείωση της γυναίκας από την πείνα και ο μαρασμός του παιδιού από την αμορφωσιά μένουν άλυτα· όσο θα είναι δυνατή σε ορισμένες περιοχές η κοινωνική ασφυξία, μ' άλλα λόγια, όσο στη γη θα υπάρχει άγνοια και αθλιότητα, βιβλία σαν κι αυτό μάλλον δεν θα είναι ανώφελα.

Raris, 1830, επί Λουδοβίκου Φίλιππου 


Στους Άθλιους βλέπουμε την τοιχογραφία ενός ολόκληρου αιώνα: τους απόκληρους του Παρισιού, τους γαβριάδες, τα χαμίνια, τους αδίστακτους εγκληματίες, τους μικροπαραβάτες, τις πόρνες, τις βάναυσες ηγουμένες, τους φιλεύσπλαχνους ιερείς του μεσαίου κλήρου, τους αλαζόνες αριστοκράτες και τους φανατικούς βασιλόφρονες που γλίτωσαν από τη λαιμητόμο και παίρνουν τη ρεβάνς από τη Δημοκρατία, τους επιστήμονες, τους ανήσυχους φοιτητές, τους διεφθαρμένους τοπικούς άρχοντες, τους ηρωικούς στρατιώτες του Ναπολέοντα που τώρα είναι σε δυσμένεια. Συνδικάτα του εγκλήματος, λέσχες και παρέες πρώιμων σοσιαλιστών, καταπιεστικά μοναστήρια και οικοτροφεία, σαλόνια αστών. Βλέπουμε και τις μεγάλες πολιτικές και οικονομικές αλλαγές, κάποιες απότοκες του προηγούμενου αιώνα, κυρίως τους ναπολεόντειους πολέμους. Πίσω από όλους και πάνω απ' όλα, ο Βοναπάρτης. 

Βρισκόμαστε, όμως, και στην καρδιά του Ρομαντισμού: τεράστια μυθιστορήματα -το νέο μυθιστόρημα ως είδος είναι τέκνο του 19ου αιώνα- εκτενέστατες περιγραφές τόπων, χώρων, αντικειμένων, ενδυμάτων, προσώπων -εκτενέστατες αφηγήσεις μαχών (περίπου 100 σελίδες στο Βατερλό!) και άλλων επεισοδίων, εξαντλητικές τοπογραφικές αναφορές του Παρισιού, των συνοικιών του, των άθλιων περιοχών του αλλά και την κομψών, αριστοκρατικών περιχώρων του (περιγράφεται μέχρι και το δίκτυο των υπονόμων του!), επελάσεις ιππικού και ηρωικά κατορθώματα, επικός τόνος, τρυφερότητα, βαναυσότητα, παραμυθικά στοιχεία, σκοτάδι και φως, σκιές και ήλιος, αίμα και τιμωρίες, εξεγέρσεις, συγκρούσεις, φλογερός ιδεαλισμός, ανατροπές, αγνός έρωτας, suspens.

Ο διαβολικός, στυγνός επιθεωρητής Ιαβέρης, αδέκαστος, άτεγκτος, ένας άνθρωπος μηχανή, πραγματικά τρομακτικός, απροσπέλαστος, υπηρέτης του καθήκοντος, του Νόμου και της τιμωρίας. Και ο Γιάννης Αγιάννης, ο άνθρωπος των κάτεργων, της τιμωρίας, της μεταμέλειας, της μεταστροφής -η ενσάρκωση του καλού.

 

Παρίσι, 1832, Η επανάσταση, τα οδοφράγματα


Σε συγκεκριμένα σημεία ανάμεσα στα επεισόδια ο συγγραφέας παρεμβάλλει αποσπάσματα αρκετών σελίδων δοκιμιακού λόγου. Αναφέρεται με στοχαστική και κριτική διάθεση σε ζητήματα ηθικής, οικονομίας, φιλοσοφίας, πολιτικής οικονομίας, ιστορίας, ακόμα και γλωσσολογίας. Αναφέρεται σε περιόδους της γαλλικής ιστορίας που αποτελούν τα «προ» και τα «μετά» της βασικής ιστορίας, σε γεγονότα που συνιστούν τα ιστορικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα αυτής, σε γεγονότα που την τροφοδοτούν και που ερμηνεύουν τα κίνητρα και τις πράξεις των προσώπων. Κάνει κρίσεις για πρόσωπα όπως τον Ναπολέοντα, τον Λουδοβίκο ΙΕ’ και ΙΣΤ’, τον Λουδοβίκο Φίλιππο και άλλα πρόσωπα της εποχής, καλλιτέχνες, διανοουμένους, πολιτικούς, ρήτορες, βασιλείς, επαναστάτες· ανατρέχει στο απώτερο παρελθόν της γαλλικής ιστορίας αλλά και της Ευρώπης· ανατρέχει ακόμα και στη ρωμαϊκή ιστορία, στην αρχαία Ελλάδα. Θέματα αυτών των δοκιμιακών σελίδων είναι και ο έρωτας, η άνοιξη, η ουτοπία, ο νόμος και το ποινικό σύστημα, ο θεός, η απόγνωση και η μεταμέλεια.

 Ο Ουγκό καταγγέλλει την αθλιότητα, πρωτίστως και κυρίως την οικονομική: τη φτώχεια, την εγκατάλειψη και την αμάθεια. Θεωρεί τους παράγοντες αυτούς ως τη γενεσιουργό αιτία (και) την ηθικής εξαθλίωσης, της εξαχρείωσης και της παρώθησης στο έγκλημα, σε κάθε είδους φαυλότητα, την εξαπάτηση, την εκμετάλλευση, το έγκλημα. Θεωρεί ότι η παιδεία, η μόρφωση των λαϊκών στρωμάτων, των φτωχών ανθρώπων, η ανακούφισή τους από την οικονομική εξαθλίωση θα οδηγήσει στη βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους και, κατ’ επέκταση, και στη συνολική πρόοδο. Καταγγέλλει σκληρά και συνεχώς ο συγγραφέας, αλλά εντοπίζει την επίλυση των καίριων αυτών ζητημάτων στη φιλανθρωπία, στην ευσπλαχνία, στην ενσυναίσθηση· όχι σε πολιτική λύση.

Οι Άθλιοι είναι ένα μυθιστόρημα ποταμός, περίπου 2.600 σελίδες. Τους διαβάζω από παιδί και πάντα με συγκινούσαν. Ποτέ όμως δεν τους είχα σε πλήρη έκδοση. Οι εκδόσεις Gutemberg τους έχουν εκδώσει σε δύο τόμους χωρίς περικοπές και συντομεύσεις. Η δουλειά του μεταφραστή Ωρίωνα Αρκομάνη τεράστια. Δεν είναι μόνο το έξοχο μεταφραστικό του έργο αλλά και οι εκτενέστατες σημειώσεις που συνοδεύουν κάθε κεφάλαιο, οι σελίδες που αφορούν την ιστορία της συγγραφής των Αθλίων και, τέλος, εκτεταμένο χρονολόγιο της ζωής του συγγραφέα. Σπουδαίο έργο, από τα σημαντικότερα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που άσκησε ποικίλες επιρροές, ακόμα και στην καθ’ ημάς λογοτεχνία (ενδεικτικά, Οι Άθλιοι των Αθηνών, του Ιωάννη Κονδυλάκη) και σπουδαία έκδοση.

 df

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Τα ρόδιν' ακρογιάλια, (άπαντα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, κριτική έκδοση Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Δόμος)

  Ένας νέος, βαριά χτυπημένος από τον έρωτα, ένα πρωινό του Οκτώβρη, αχάραγα ακόμα και αφού επί ώρα είχε σταθεί κάτω από το παράθυρο της κοπ...