Χάρη σ’ αυτό
που του πρόσφερε η Ο-Φούμι, ο γέρος μπόρεσε ν΄αφήσει την
τελευταία του πνοή μέσα στην πιο μεγάλη ηδονή.
Ο Ουνοκίτσι,
φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών, αφηγείται την ιστορία του συνταξιούχου εμπόρου, Τσουκακόσι και της μαιτρέσσας του, Φουμίκο. Ο γέρος έμπορος, παθιασμένος με την
ομορφιά του ποδιού της ερωμένης του, αναθέτει στον νεαρό ζωγράφο να αποδώσει
δυτικότροπα τη Φουμίκο, όπως όμως απεικονίζεται μια γυναικεία φιγούρα σε μια παλαιά ιαπωνική γκραβούρα. Ο Ουνοκίτσι στην αρχή αδυνατεί να καταλάβει αυτήν την απαίτηση, ιδίως μάλιστα όταν βλέπει πόσο άβολη είναι για την Φουμίκο η πόζα στην οποία πρόκειται να σταθεί. Αρχίζει να καταλαβαίνει τη σκοπιμότητα αυτής της θέσης όταν βλέπει (και αυτός) το πόδι της Φουμίκο: η συγκεκριμένη στάση αναδεικνύει ιδανικά την αψεγάδιαστη ομορφιά του ποδιού της. Και συνεπαίρνεται και ο ίδιος με την ομορφιά της. Ωστόσο η εμμονή
του γέρου Τσουκακόσι για το πόδι της Φουμίκο θα αποκτήσει τέτοια ένταση που θα
τον οδηγήσει στα όρια της παραφροσύνης.
Οι σεξουαλικές
«διαστροφές» παρείχαν το υλικό για τις πρώτες νουβέλες και τα πρώτα διηγήματα του
Τζουνιτσίρο Τανιζάκι. Η νουβέλα «Το πόδι της Φουμίκο» πρωτοδημοσιεύτηκε 1919
στο περιοδικό «Γιούμπεν» και επικεντρώνεται στον φετισχισμό του ποδιού. Ο
Τανιζάκι είχε διαβάσει το έργο του Richard von Krafft-Ebing, «Σεξουαλική ψυχοπαθολογία», στο οποίο
περιγράφονται και αναλύονται βασικές σεξουαλικές «διαστροφές». Ο Τανιζάκι, όπως
και ο νεαρός φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών της νουβέλας, διαπιστώνει ότι οι
σεξουαλικές επιθυμίες από τις οποίες διακατεχόταν ο ίδιος και οι οποίες
χαρακτηρίζονταν ως «διαστροφές» δεν ήταν μόνο δικές του αλλά, αντιθέτως, ήταν
επισήμως καταγεγραμμένες ως μέρος της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Συνεπώς, ότι
και αυτός δεν είναι μια εξαιρετική, μη φυσιολογική περίπτωση ούτε ένας αισχρός, διεστραμμένος άνθρωπος. Βασιζόμενος στο έργο του Krafft-Ebing, που είχε διαβάσει (μάλιστα στη νουβέλα γίνεται έμμεση αναφορά σε ένα "εγχειρίδιο ειδικού", που είναι σίγουρα αυτό), ο
Τανιζάκι αρχίζει να διερευνά (και) λογοτεχνικά αυτές τις σεξουαλικές «παρεκκλίσεις», κάτι που κάνει και στη νουβέλα «Το πόδι της Φουμίκο». Η
έλξη για το γυναικείο πόδι, όμως, εμφανίζεται για πρώτη σε έργο του στο σύντομο διήγημα «Τατουάζ», το 1910.
«Μπορεί να φανεί παράξενο που μιλάμε
για έκφραση, αναφερόμενοι σε ένα πόδι, αλλά, αν θέλετε τη γνώμη μου, πιστεύω
πως ένα πόδι δεν είναι λιγότερο εκφραστικό από ένα πρόσωπο. Έχω την αίσθηση ότι
μπορεί κανείς να αναγνωρίσει μια γυναίκα παθιασμένη ή ένα ψυχρό και σκληρό
άτομο από την εντύπωση που δημιουργεί το πόδι τους.»

Suzuki Harunοbu, Woman
admiring Plum
Αν διαβάσουμε τη νουβέλα του Τανιζάκι
μέσα από την οπτική της φροϋδικής θεωρίας του φετιχισμού, μπορούμε να βρούμε
σημεία σύγκλισης. Ένα από αυτά είναι η σύνδεση του φετιχισμού με τον
ευνουχισμό. Για τον Φρόυντ, αυτό που συνδέει τον φετιχισμό με τον μαζοχισμό
είναι η αποδοχή του ευνουχισμού, αφού και ο μαζοχισμός και ο ευνουχισμός συνδέονται αμφότεροι με το ένστικτο
του θανάτου. Όταν η λίμπιντο σπρώχνει αυτό το ένστικτο (του θανάτου) προς τα έξω, έχουμε τον
σαδισμό ενώ όταν το σπρώχνει προς τα μέσα, έχουμε τον μαζοχισμό. Στους δύο
άνδρες της ιστορίας μας, στον γέρο έμπορο και στον νέο φοιτητή, ο φετιχισμός
του ποδιού είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένος με τον μαζοχισμό. Ένα άλλο σημείο
σύγκλισης με τη φροϋδική θεωρία είναι αυτό που σχετίζεται με το βλέμμα, με την
πράξη της ηδονοβλεψίας. Κατά τον Φρόυντ, όταν το αντικείμενο του πόθου, που
αρχικά ο παρατηρητής είχε κάπου δει αλλά τώρα δεν το έχει, απουσιάζει, τότε ένα
μέρος του σώματος, ας πούμε το χέρι του, το πόδι του, μια τούφα από τα μαλλιά του, ή ένα αντικείμενο ή ένα ρούχο, γάντι, παπούτσι, πανωφόρι ή -κυριότατα- εσώρουχο παίρνει συμβολικά τη θέση του.
Και τότε η ηδονή επέρχεται ηδονοβλεπτικά. Κάτι τέτοιο έχουμε και στη συγκεκριμένη νουβέλα από την πλευρά του γέρου Τσουκακόσι και του νέου καλλιτέχνη, Ουνοκίτσι.
Χάρη σ’ αυτό
που του πρόσφερε η Ο-Φούμι, ο γέρος μπόρεσε

admiring Plum
Στο «Πόδι της Φουμίκο», λοιπόν έχουμε πολλά πεδία βλέμματος: την
αρχική παλαιά ιαπωνική γκραβούρα που αποτελεί τη βάση του νέου πίνακα, την περιγραφή της Φουμίκο (και του ποδιού της) από το βλέμμα του Ουνoκίτσι και τη (δυτικότροπη) απόδοση του νέου πίνακα από τον Ουνοκίτσι. Ενδιαφέρον
έχει και μια άλλη παρατήρηση: τα ιδεογράμματα Φου και Μι της μαιτρέσσας του
εμπόρου σημαίνουν το πρώτο πλούτο και το δεύτερο ομορφιά. Υπάρχει, όμως και ένα
λογοπαίγνιο: με άλλο, διαφορετικό ιδεόγραμμα αλλά με την ίδια προφορά το «φούμου», από το οποίο προκύπτει το όνομα της Φουμίκο, σημαίνει πατώ πάνω, ποδοπατώ. Επομένως, Φουμίκο είναι η κοπέλα που πατάει πάνω σε κάτι, που ποδοπατάει. Τώρα πού πατάει, εύκολο να το υποθέσει κάποιος!
«Μες στη λευκότητα του ποδιού, ένα
ροζ ιρίδιζε στα άκρα των δαχτύλων, καταλήγοντας σε ένα ωχρό κόκκινο
φωτοστέφανο. Μού θύμιζε τα καλοκαιρινά γλυκά, τις φράουλες στο γάλα, τα χρώματα
ενός φρούτου που λιώνει μέσα σε ένα λευκό υγρό, και είναι ακριβώς αυτό το χρώμα
που απλωνόταν σε όλη τη γραμμή του ποδιού της Ο-Φούμι.»
Ο Τζουνιτσίρο Τανιζάκι (1886 – 1965) είναι γνήσιο τέκνο
του «Έντο», γεννημένος στη λαϊκή εμπορική περιοχή στο λιμάνι του Τόκυο, που
ήταν το λίκνο των αυθεντικών συνεχιστών της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας της Ιαπωνίας.
Αργότερα μετακινήθηκε στην Οσάκα και στο Κιότο, στο κέντρο της παραδοσιακής
ιαπωνικής κουλτούρας. Το πάθος του για τον δυτικό κινηματογράφο, τη δυτική μόδα
και τις δυτικές διατροφικές συνήθειες ήταν εφήμερο αλλά εκείνο για τη δυτική
λογοτεχνία παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Θεωρείται από τα πιο σημαντικά
ονόματα της ιαπωνικής λογοτεχνίας με τεράστια θεματική, ειδολογική και
στυλιστική γκάμα.
Η νουβέλα «Το πόδι της Φουμίκο» από τις εκδόσεις Άγρα, συνοδεύεται και από Επίμετρο του μεταφραστή από τα ιαπωνικά, Παναγιώτη Ευαγγελίδη και από βιογραφικό σημείωμα του συγγραφέα, πολύ κατατοπιστικά κείμενα για την βαθύτερη κατανόηση και την πληρέστερη απόλαυση αυτής. Πολύ καλή νουβέλα, απλή, αισθησιακή, με λεπτές, ζωγραφικές σχεδόν, αποχρώσεις και σκιές. Τη συστήνω χωρίς επιφύλαξη.

Suzuki Harunobu (1725-1770), A courtesan
and her client beside a brazier

and her client beside a brazier
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου