
O Edmond Francois
Valentin About (1828-1885) ήταν Γάλλος συγγραφέας, ιστοριοδίφης,
δημοσιογράφος, ακαδημαϊκός και περιηγητής. Και πολλά άλλα. Στα 1852 επισκέφτηκε
την Ελλάδα, νεοσύστατο Βασίλειο τότε, και παρέμεινε έως το 1854. Εργαζόταν στη
Γαλλική Σχολή Αθηνών. Στα δύο χρόνια που έμεινε στην Ελλάδα, τη γύρισε από άκρη
σε άκρη και συνέγραψε δύο βιβλία ελληνικού ενδιαφέροντος.
Στο πρώτο, «Η Ελλάδα του
Όθωνα» περιλαμβάνει τις εντυπώσεις του από τα ταξίδια στην ελληνική και στη
νησιωτική επικράτεια. Προχωρεί σε οξυδερκείς παρατηρήσεις και σε ακριβείς
περιγραφές για τη χώρα και για τους κατοίκους της. Η αλήθεια είναι ότι
απογοητεύεται από την εικόνα που εμφανίζει το νεοπαγές κράτος -πώς θα ήταν
αλλιώς; αλλά η προσέγγισή του γίνεται με ειλικρινή συμπάθεια και αγάπη. Ωστόσο
μερικά πράγματα του είναι ακατανόητα
Πολλά ζητήματα θίγονται στο συγκεκριμένο βιβλίο: η ελληνική γλώσσα, σύγχρονή και αρχαία, η ελληνική μυθολογία, τα ήθη και οι νοοτροπίες των ανθρώπων, η υποτυπώδης Διοίκηση, η νομοθεσία, η Εκκλησία, ο θεσμός της μοναρχίας και οι Βασιλείς, ο φιλάσθενος Όθων και η δυναμική Αμαλία, το πολιτικό προσωπικό, οι υπουργοί και οι βουλευτές, ακόμα και οι αργυρώνητοι παπάδες, που ήταν έτοιμοι να ακυρώσουν ακόμα και γάμους που οι ίδιοι είχαν τελέσει για μερικές πενταροδεκάρες. Βέβαια, οι νεότεροι Έλληνες έσπευσαν να τον κατατάξουν στους ανθέλληνες διότι η εικόνα που παρουσίαζε για την Ελλάδα και για τον ελληνικό λαό δεν συνέπιπτε με αυτήν που εκείνοι είχαν για τη χώρα και για τους εαυτούς τους. Κάτι σαν τον Ροϊδη ήταν, επί το γαλλικόν, για να καταλάβετε. Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο αυτό έχει την αίσθηση ότι διαβάζει αφηγήσεις του Ηροδότου καθώς είναι γεμάτο από λαογραφικές, εθνολογικές και οι γεωγραφικές πληροφορίες.
Ενδεικτικά:
«Η φύση της χώρας είναι
ευνοϊκή για την ανάπτυξη του ατομικισμού. Η Ελλάδα είναι κομμένη σε άπειρα
κομμάτια λόγω των βουνών και της θάλασσας. Αυτή η μορφολογία διευκόλυνε
παλαιότερα τη διαίρεση του ελληνικού λαού σε μικρά κράτη, ανεξάρτητα το ένα από
το άλλο, τα οποία διαμόρφωναν εξίσου σύνθετα άτομα. Σε καθένα από αυτά τα κράτη
ο πολίτης αντί να επιτρέψει στον εαυτό του να αφομοιωθεί από το συλλογικό είναι
ή από την πόλη, υπεράσπιζε με φροντίδα τα προσωπικά του δικαιώματα και τη δική
του ατομικότητα. Αν ένιωθε απελπισμένος από την κοινότητα, έβρισκε καταφύγιο
στη θάλασσα, στο βουνό ή σε κάποιο γειτονικό κράτος που τον δεχόταν... Έτσι η
Ελλάδα μπορεί να υποδουλώθηκε αλλά ο Έλληνας έμεινε ελεύθερος. Από το
αρχιπέλαγος ποτέ δεν έλειψαν οι πειρατές και από τα βουνά ποτέ δεν έλειψαν οι
κλέφτες...»
«...Υπάρχει πολλή αλαζονεία στην αγάπη των Ελλήνων για τη χώρα τους, και
τυφλώνονται μ΄έναν περίεργο τρόπο με τη σπουδαιότητα της Ελλάδας. Νομίζουν πως
όλα τα γεγονότα της Ευρώπης έχουν ως επίκεντρο και σκοπό την Ελλάδα...
Επίσης: «... Δεν είναι
γεννημένοςγια τον πόλεμο ο Έλληνας κι ας λέει ... Η πειθαρχία, κινητήριος
δύναμη του πολέμου, του λείπει... ούτε για τη γεωργία είναι πλασμένος γιατί
αυτή απαιτεί θέληση, προσήλωση κι υπομονή, κι αυτά ο Έλληνας δεν τα είχε ποτέ...
Θέλει όμως τα μακρινά ταξίδια, τις τολμηρές επιχειρήσεις, τη ριψοκίνδυνη
κερδοσκοπία. Βρίσκει τη θέση του στην είσοδο μιας ταβέρνας ή στο κατάστρωμα
ενός πλοίου διασκεδάζοντας τους επιβάτες. Καθισμένος ευχαριστιέται την αρχοντιά
του.. όρθιος την κομψότητά του ...»
Σε άλλο σημείο:
«Στους Έλληνες η αγάπη για
την ελευθερία ισοδυναμεί και με περιφρόνηση προς τους νόμους και σε κάθε νόμιμη
αρχή. Η αγάπη για την ισότητα εκδηλώνεται συχνά ως άγρια ζήλια απέναντι σε
όσους ξεχωρίζουν. Ο κοντόφθαλμος πατριωτισμός γίνεται εγωισμός και το εμπορικό
πνεύμα γίνεται απατεωνιά. ... Ο ελληνικός πατριωτισμός εκδηλώνεται με δύο
εντελώς διαφορετικούς τρόπους, εντός και εκτός Ελλάδας. Οι Έλληνες του
εξωτερικού λατρεύουν την πατρίδα τους. Δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν γι'
αυτήν και το μόνο που σκέφτονται είναι πώς θα την κάνουν πλουσιότερη και
δυνατότερη. Οι Έλληνες του εσωτερικού το μόνο που σκέφτονται είναι πώς θα
κλείσουν τη χώρα τους στους Έλληνες του εξωτερικού. Οι μεν έχουν γενναιόδωρο
πατριωτισμό. Οι δε έναν πατριωτισμό συντηρητικό. ... Ένας Έλληνας θα θεωρούσε
τον εαυτό του ατιμασμένο αν δεν σας έκλεβε κάτι. Κι αν το αντιλαμβανόσασταν και
του το λέγατε, με ένα ύφος πρόσχαρο χαμογελά σα να σου λέει: Καταλαβαινόμαστε.
Μάντεψες πως είμαι απατεώνας. Είσαι έξυπνος άνθρωπος, μπορεί να είσαι κι εσύ
λίγο απατεώνας. Θα συνεννοηθούμε εμείς οι δυο..»
Κάνει παρατηρήσεις και για
πολλά άλλα ζητήματα ο Edmond About: για τη χλωρίδα (αναφέρεται σε βότανα,
θάμνους, δέντρα, την κορινθιακή σταφίδα, τα αμπέλια και την ποιότητα του καπνού,
που τη βρίσκει εξαιρετική...), την πανίδα (αναφέρεται στο άλογο, στη μέλισσα
-και στο μέλι του Υμηττού-, στις κουκουβάγιες, στα έντομα...), στη γεωργία,
στην (ανύπαρκτη) βιομηχανία, στη Γεωργική Σχολή του Καποδίστρια, στην Τύρινθα,
που είχε μόνο επτά (7) σπουδαστές ( ! ) παρότι η Ελλάδα θα μπορούσε να
πλουτίσει από τα αγροτικά προϊόντα, στο υποτυπώδες εκπαιδευτικό σύστημα, στον
στρατό και στους γαλονάδες...
Επίσης, στα μνημεία, στα αρχαιολογικά ευρήματα, στο αστικό και στο αγροτικό
σπίτι, στην αστική και στην αγροτική οικογένεια, στις σχέσεις των φύλων, στη
μητρότητα της ελληνίδας, στη ναυτιλία ...
Ειδικά για την τελευταία:
«Το ελληνικό ναυτικό είναι
τόσο παλιό όσο και ο ελληνικός λαός. Την πρώτη φορά που το ελληνικό έθνος έγινε
γνωστό ήταν όταν πήγε να λεηλατήσει την Τροία. Ο πραγματικός ήρωας της Ελλάδας
όμως, δεν ήταν ο ορμητικός Αχιλλέας, που ήξερε να αγαπά, να μισεί, να κλαίει
και να μάχεται. Ο Αχιλλέας ήταν ένας άντρας της ηπειρωτικής Ελλάδας, μεγαλωμένος
μακριά από τη θάλασσα. Ήταν ακέραιος στην ψυχή. Δεν έκανε υπολογισμούς. Δεν
κέρδισε τίποτα στον Τρωικό πόλεμο εκτός από τον θάνατο και την αθανασία..
Αντιθέτως την Ελλάδα ολόκληρη την ενσαρκώνει ο νησιώτης Οδυσσέας, που ξέρει να
ταξιδεύει στη θάλασσα και να λέει ψέματα, που εκμεταλλεύεται τις αγάπες του και
τις δυστυχίες του... που πριν σκοτώσει τους μνηστήρες, συμβουλεύει τη γυναίκα
τους να τους ζητήσει πλούσια δώρα... Ο Οδυσσέας είναι ναυτικός ήρωας, ψεύτης κι
απατεώνας... «
Αναφέρεται και στην «καλή»
κοινωνία, στο βασιλικό πρωτόκολλο, στους χορούς των Ανακτόρων και στην
εθιμοτυπία της Αυλής, στις δεισιδαιμονίες των λαϊκών στρωμάτων, στους ναργιλέδες,
στα τσιγάρα, στα χάνια και στα λουτρά, στη ληστεία, που τόσο διέφερε από την
αντίστοιχη της Γαλλίας, σε λήσταρχους που έμπαιναν ακόμα και στα σαλόνια των
αθηναίων αριστοκρατών, στον ελληνικό (ή στον τούρκικο) καφέ...
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν
και οι σελίδες στις οποίες γίνεται αναφορά στη μυστηριώδη Δούκισσα της
Πλακεντίας, την ιδιόρρυθμη εκείνη αριστοκράτισσα που είχε αποσυρθεί στο
επιβλητικό αλλά μη ολοκληρωμένο ανάκτορό της στην Πεντέλη, συντροφιά με την
Ιάνθη, μια άλλη εξίσου ιδιότυπη γυναικεία φιγούρα...

Το δεύτερο, «Ο βασιλεύς των ορέων» είναι μια μυθιστορηματική (;) αφήγηση. Αναπαρίσταται ένας ολόκληρος κόσμος: λήσταρχοι, χωροφύλακες που συναλλάσσονται με τους πρώτους και κάνουν ότι τους καταδιώκουν, χωριάτες και πρωτευουσιάνοι, διεφθαρμένοι πολιτικάντηδες, ευρωπαίοι αριστοκράτες και χαριτωμένες δεσποινίδες με τις κουβερνάντες τους, άξεστοι ορεσίβιοι, πλιατσικολόγοι, κλέφτες κι απατεώνες, τυχοδιώκτες και λαμόγια. Και γύρω από όλους αυτούς ο αρχιλήσταρχος Χατζησταύρος, κράμα παλικαριού, συναισθηματικού και κυνικού κουμπουροφόρου, που θέλει να γίνει, -άκουσον άκουσον!- Υπουργός Δικαιοσύνης. Εξαιρετικό. Θα σας κερδίσει κι αυτό. Το είχα πρωτοδιαβάσει όταν ήμουν δευτεροετής φοιτητής για τις ανάγκες ενός μαθήματος νεοελληνικής λογοτεχνίας. Με είχε κερδίσει από τότε. Ελπίζω να κυκλοφορεί ακόμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου