Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

Δεν θέλαμε να ξέρουμε (Μεταίχμιο)

H Brunhilde Pomsel ήταν μία από τις στενοδακτυλογράφους του Josef Goebels, υπουργού προπαγάνδας και λαϊκής διαφώτισης ναζιστικού κόμματος. Προερχόταν από μικροαστική πολυμελή οικογένεια. Η μητέρα απαιτητική και αυστηρή και ο πατέρας, βετεράνος του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, απόμακρος και λιγομίλητος, της έμαθαν να υπακούει χωρίς πολλές σκέψεις και αντιρρήσεις σε εντολές.
Αφού εργάστηκε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα σε εμπορικές επιχειρήσεις (κάποιες από τις οποίες και Εβραίων), μεταπήδησε στην κρατική ραδιοφωνία. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, γι' αυτό ήταν να εγγραφεί ως μέλος στο εθνικοσιαλισιστικό κόμμα. Το έκανε, όπως το είχαν κάνει και πολλοί άλλοι συμπατριώτες της, χωρίς να συνειδητοποιεί τη βαρύτητα αυτής της πράξης.

Στο μεταξύ οι ναζί είχαν εδραιώσει την εξουσία τους και ήδη κυβερνούσαν. Ωστόσο, η Brunhilde, νέα, όμορφη και ερωτευμένη, δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική. Η πολιτική δεν είναι στα ενδιαφέροντά της. Το λέει και το ξαναλέει. Όπως επίσης λέει και ξαναλέει πόσο ευσυνείδητη υπάλληλος ήταν. Για εκείνη προτεραιότητα είχαν η εργασία της, την οποία εκτελούσε με απαράμιλλη ακρίβεια και υψηλό αίσθημα ευθύνης, η οικονομική άνεση, η χαρά των σχέσεων και η ανάγκη της να ανήκει κάπου -σε κάτι οργανωμένο και ασφαλές. Είναι, λοιπόν, το ιδανικό γρανάζι, ένα από τα χιλιάδες, σε έναν περίπλοκο γραφειοκρατικό μηχανισμό, του οποίου την έκταση, το βάθος, τους σκοπούς και τα μέσα, αδυνατεί να συλλάβει πλήρως. Ένας πιστός μικρομεσαίος γραφειοκράτης. Κάτι σαν αυτό που η Χάνα Άρεντ είχε αποκαλέσει «κοινοτοπία του κακού» (ή, ορθότερα, «ρηχότητα του κακού») για τον Άιχμαν. Μετατίθεται στο Υπουργείο Προπαγάνδας και Λαϊκής Διαφώτισης και εργάζεται σε αυτό μέχρι το τέλος. Με την ιδιότητα της γραμματέως, βρίσκεται κοντά στον υπουργό προπαγάνδας, τον Goebels, έναν πολύ μορφωμένο, εστέτ, ευφυή και, τελικά, καθόλου τυχαίο άνθρωπο. Βρίσκεται κοντά σε ανθρώπους του «βαθέος κράτους» και παρακολουθεί από μέσα τους μηχανισμούς χειραγώγησης και ελέγχου των μαζών που χρησιμοποιεί το καθεστώς: τους λόγους του Goebels, τις κομματικές φιέστες, τις παρελάσεις, τα εμβατήρια, τις στολές, τις σημαίες, τη λειτουργία του ραδιοφώνου και του τύπου, την τέχνη, τη σκληρή λογοκρισία και τη διαστρέβλωση των ειδήσεων από το μέτωπο. Και υπηρετεί αυτό το σύστημα. Πιστά., με ευσυνειδησία.

Ο Κόκκινος Στρατός καταλαμβάνει το Βερολίνο και η Brunhilde βρίσκεται μαζί με άλλους γραμματείς και συμβούλους στα μπούνκερ. Λίγα διαμερίσματα πιο δίπλα, ηγέτες του ναζιστικού κόμματος έχουν αυτοκτονήσει. Η Γερμανία είναι έτοιμη να συνθηκολογήσει.
Είναι αυτή, μάλιστα, που ράβει τη λευκή σημαία της συνθηκολόγησης με πανιά από σακιά τροφίμων. Συλλαμβάνεται από τους Σοβιετικούς και μεταφέρεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Απελευθερώθηκε μετά από πέντε χρόνια.
Το βιβλίο «Δεν θέλαμε να ξέρουμε», από τις εκδόσεις Μεταίχμιο είναι κατ' ουσίαν οι μαρτυρίες αυτής της γυναίκας, όπως καταγράφηκαν στο ντοκιμαντέρ Ein deutscheses Leben (Η ζωή μιας Γερμανίδας), εβδομήντα χρόνια μετά. Εξαιρετικό βιβλίο. Επίκαιρο.
 
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του, τον Theor D. Hansen «Oι εκατομμύρια Πόμζελ, που ενδιαφέρονται μόνο για τη δική τους πρόοδο και για τα δικά τους υλικά αγαθά, και δέχονται δίχως δισταγμό την κοινωνική αδικία και τις διακρίσεις, αποτελούν το θεμέλιο για κάθε αυταρχικό σύστημα που χειραγωγεί τις μάζες. Όλοι αυτοί είναι πιο επικίνδυνοι από τους ριζοσπάστες οπαδούς ακραίων κομμάτων».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Είναι όμορφα στις εκκλησίες το καλοκαίρι

  Μονάχα μες στις άδειες εκκλησίες μπορεί κανείς ν’ αναζητήσει καταφύγιο και να περάσει λίγη ώρα στη σιωπή αυτό το αδηφάγο καλοκαίρι, ...